Πόλη του Μεξικού στο τέλος της δεκαετίας του 1960. Η κρατική βία στα φόρτε της. Η Επανάσταση μεταμορφώθηκε στο τίποτα. Η Επανάσταση τελείωσε κι τώρα έχουμε μόνο νόμους. Κι έτσι, όλοι μας, από όλες τις μπάντες, κάνουμε τους μαλάκες, λέει μέσα του ο Φιλιμπέρτο Γκαρσία. Γαμώ τον πιστολά μου, γαμώ! Ένας κακοπροαίρετος μπάτσος κοντά στα εξήντα, ένας άνθρωπος για τη βρώμικη δουλειά, μια μηχανή παραγωγής κουφαριών με συνείδηση του εαυτού της και του ρόλου της. Ο Συνταγματάρχης και ο Υπουργός Ροσέντο δελ Βάγιε αναθέτουν στο ντετέκτιβ Γκαρσία την εξιχνίαση της φήμης για επικείμενη δολοφονία του Προέδρου των ΗΠΑ από κινέζους μαοϊκούς, κατά την προσεχή επίσκεψή του Προέδρου στο Μεξικό. Φήμη προερχόμενη από την Εξωτερική Μογγολία που την έχουν πλασάρει οι ρωσικές μυστικές υπηρεσίες στις μεξικάνικες και εκείνες στις αμερικάνικες. Μεξικάνοι, κινέζοι, ρώσοι, αμερικάνοι και κουβανοί (πράκτορες, μπάτσοι, πολιτικοί και κακοποιοί) θα μπλεχτούν σε ένα κουβάρι που λύνεται μόνο με σφαίρες. Ο Γκαρσία ερευνά τη συνωμοσία και παράγει, συναντάει ή αναπολεί πτώματα, ξάγρυπνος στην χαώδη πόλη ενώ τον απασχολούν οι κάβλες του, θέλει το παραδάκι και προσέχει να μην πιαστεί κορόιδο από κανέναν. Παρά την αποστολή του και τις εντολές των ανωτέρων του, ο Φιλιμπέρτο Γκαρσία δεν γουστάρει να παίξει τον χρήσιμο ηλίθιο. Γαμώ την Εξωτερική Μογγολία μου, γαμώ!
Ο Ραφαέλ Μπερνάλ, φτιάχνει έναν αρνητικό κεντρικό χαρακτήρα. Ακόμα και σε στιγμές που πήγαινα να ταυτιστώ, όταν για παράδειγμα ο Γκαρσία βρίσκει άκρες στο μυστήριο, γρήγορα αναγκαζόμουν να αποστασιοποιηθώ, να μην ξεχάσω ποιός είναι και τί είχε κάνει -ο Γκαρσία αναπολεί το νοσηρό παρελθόν του όσο εκτελεί την αποστολή. Ο Γκαρσία πουθενά δε βλέπει συμμάχους, ούτε μεταξύ των ανωτέρων του -τους χλευάζει διαρκώς- ούτε μεταξύ των πρόσκαιρων συνεργατών του –Γαμώ τα κινέζια μου και τον ρώσο μου και τον γκρίγνκο μου, γαμώ! Δεν ψαρώνει με τα πατριωτικά ιδανικά και το καθήκον της τήρησης της εθνικής ασφάλειας, –Γαμώ τον Δελ Βάγε μου, γαμώ! Όλο πατριωτικές παπάρες και τα συναφή. Ούτε και με την περί κράτους δικαίου φιλολογία, την οποία ενσαρκώνει ο μπεκρούλιακας Δικηγόρος, εφήμερος συνεργάτης του Γκαρσία. Ακόμα και εκεί που μοιάζει να φυτρώνει ένα θετικό συναίσθημα απέναντι στην Μαρτίτα, μια κακοποιημένη νεαρή κινέζα, η οποία καταφεύγει στην προστασία του Γκαρσία, ο πιθανός έρωτας υπονομεύεται διαρκώς από την αμφιβολία, την καχυποψία και την αυτολύπηση του. Ωστόσο, η ανυπακοή του Γκαρσία απέναντι στις εντολές των ανωτέρων -μου θύμισε τον χαρακτήρα του Μανσέτ, Μαρτέν Τεριέ, στην «Πρηνή θέση του σκοπευτή»- είναι το στοιχείο εκείνο που θα ανατρέψει τα σχέδια και τις συνωμοσίες.
Ο Φιλιμπέρτο Γκαρσία, μια μορφή του παρακράτους, ένας εντεταλμένος εκτελεστής που αναλαμβάνει δουλειές που απαιτούν “διακριτικότητα” σε καιρούς που η κοινωνική ειρήνη απουσιάζει, δείχνει την έμφυτη παράνοια του ανταγωνισμού για κυριαρχία, δείχνει ότι αυτός που λερώνει τα χέρια του με αίμα, προϋποθέτει εκείνον που δίνει την εντολή προκειμένου να επιτύχει τους σκοπούς του -αλλά απεχθάνεται τους σκοτωμούς, όπως ο Υπουργός Δελ Βάγιε. Άμα θες να σκοτώνεις, πρέπει να έχεις εντολές για να σκοτώνεις, υπενθυμίζει στον εαυτό του ο Φιλιμπέρτο, αποκαλύπτοντας τους ανοιχτούς δίαυλους επικοινωνίας μεταξύ των σκοτεινών στοών του υπόκοσμου και των ευάερων γραφείων της πολιτικής και στρατιωτικής εξουσίας.
Ο Μπερνάλ χρησιμοποιώντας έναν δεμένο συνδυασμό τριτοπρόσωπης διήγησης, εσωτερικού μονόλογου και απολαυστικών διαλόγων, σε αρπάζει από το σβέρκο και σε χώνει με τα μούτρα σε αυτή την περιπετειώδη, κωμικοτραγική, νουάρ ιστορία.
Έχω την πεποίθηση πως η μετάφραση δεν είναι υποδεέστερη της συγγραφής καθεαυτής. Θεωρώ πως οι μεταφράστες/τριες είναι κατά κάποιο τρόπο συγγραφείς καθώς αλλάζουν ένα θεμελιώδες στοιχείο του κειμένου: την γλώσσα στην οποία είναι γραμμένο. Κατά την απόδοση ενός κειμένου σε άλλη γλώσσα απαιτείται συγγραφική μαεστρία, ώστε να διατηρείται και ταυτόχρονα να μετασχηματίζεται το ύφος του συγγραφέα. Η μετάφραση της κ. Ασπασίας Καμπύλη είναι εξαιρετική.
“Η Συνωμοσία της Μογγολίας”, Rafael Bernal, εκδ. Carnivora, 2020